ΑΠΟΨΕΙΣ... 

 
Αθήνα 19 Οκτωβρίου 2007

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Σταύρου Χρ. Τσέτση, Δρος ΕΜΠ

Ο χώρος της Επικράτειας αποτελεί, ιδίως από τα τέλη της δεκαετίας του ΄80, αντικείμενο έντονων μετασχηματισμών. Στην κορυφή των παραγόντων που μετεξελίσσουν το έδαφος της, βρίσκονται: κοινοτικές πολιτικές -συνοχής, ΚΑΠ, μεταφορών, περιβάλλοντος, Ε&Τ, πολιτισμού, νομισματική, για να αναφερθούν οι σημαντικότερες, αλλά και η «Ευρωπαϊκή Αρχιτεκτονική»- καθώς και η αυξανόμενη οικουμενοποίηση των ροών κεφαλαίου, στελεχών, εργασίας, τεχνολογιών και καινοτομίας. Στα ανωτέρω, σε κάποιο βαθμό και ως συνεπακόλουθο, θα πρέπει να προστεθούν: η περιφερειοποίηση της χώρας σε 13 διοικητικές βαθμίδες σχεδιασμού/ προγραμματισμού, η μεταρρύθμιση των «Καποδιστριακών Δήμων» του ΄98, η εντεινόμενη ζήτηση για πρώτη και παραθεριστική κυρίως κατοικία και οι γενικότερες εξελίξεις στις κτηματαγορές.

Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι έχει σημειωθεί μία σχετική άμβλυνση των περιφερειακών ανισοτήτων, βελτίωση της προσπελασιμότητας μεταξύ των αστικών κέντρων, απόκτηση πυρήνα αστικών, τεχνικών και κοινωνικών υποδομών και δικτύων και ποσοτική αύξηση του βαθμού ικανοποίησης στεγαστικών αναγκών. Όμως ο χώρος συνεχίζει να εμφανίζει επίμονα συμπτώματα μιας χωροταξικής παθογένειας: ανισορροπίες στο υφιστάμενο πλέγμα των αστικών κέντρων, χωρικούς θύλακες και εδαφικές ενότητες με αναπτυξιακή υστέρηση, ενδοαστικές δυσλειτουργίες, έντονα φαινόμενα άλογης περιαστικοποίησης και ανεξέλεγκτης δόμησης, συγκρούσεις χρήσεων γης, προβλήματα ενδοαστικής κινητικότητας, μορφολογική «όχληση», εντεινόμενη περιβαλλοντική υποβάθμιση.

Τα γενεσιουργά αίτια της προαναφερθείσης «αστικής κρίσης», αλλά και τις προκλήσεις μιας αναδυόμενης αστικότητας, καλείται να αντιμετωπιστεί μια πολιτική ρύθμισης χώρου -με όρους βιωσιμότητας, στη βάση σύγχρονων αναπτυξιακών αρχετύπων- κορμός της οποίας αποτελεί ένα Εθνικό Χωροταξικό Σχέδιο.


Ο χωροταξικός σχεδιασμός σε ρόλο «αναπτυξιακού επισπεύδοντα»

Το προτεινόμενο Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, συνιστά ένα περίγραμμα γενικών στόχων και κατευθύνσεων, με στρατηγική η οποία αναμένεται να διατυπωθεί, χωρίς ειδική αναφορά στα μέσα επίτευξης τους, αλλά και σε απαραίτητες προβλέψεις/ πληθυσμιακές προβολές και ποσοτικοποιήσεις κρίσιμων μεγεθών.

Είναι γεγονός ότι η δομή του όλου Πλαισίου, είναι στο πνεύμα των ευρωπαϊκών δράσεων για τον κοινοτικό χώρο. Π.χ. υιοθετούνται -ως αρχή- πραγματιστικές προσεγγίσεις για παραπληρωματικότητα αστικών κέντρων και νέα σχέση δομημένου χώρου και υπαίθρου( ), χωρίς όμως εμφανή/ συγκεκριμένα μέτρα επίτευξής τους, χαρακτηριστικό το οποίο διέπει το όλο νομοσχέδιο.

Το Πλαίσιο -θέτοντας την αναβάθμιση του χώρου στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου- αποτελεί ένα βήμα, αλλά απέχει από τον χαρακτήρα ενός Σχεδίου με συγκεκριμένες λύσεις, που θα οικοδομήσει το θεσμικό υπόβαθρο της ανατροπής της χωροταξικής παθολογίας της χώρας.

Ειδικότερα, θα μπορούσε να επισημανθεί (ότι):

• Ένα Χωροταξικό Σχέδιο ενθυλακώνει -όχι παραθέτει- τους κρίσιμους συντελεστές μετασχηματισμού του εδάφους και τις μελλοντικές χωρικές επιλογές, προσδιορίζοντας παράλληλα τους αλληλοσυσχετισμούς και τις επιπτώσεις τους στο χώρο και σε ρόλο επισπεύδοντα και όχι παθητικού αποδέκτη, προτείνει την αναπτυξιακή και χωρική διάρθρωση της.


Η ανάδειξη περιφερειακών αστικών δικτύων προϋποθέτει κριτήρια και διαβουλεύσεις

• Οι προτεινόμενοι εθνικοί πόλοι ανάπτυξης -Πάτρα, δίπολο Λάρισα-Βόλος, Ιωάννινα, δίπολο Κομοτηνή-Αλεξανδρούπολη, πέραν των δύο μητροπολιτικών κέντρων της Αθήνας και Θεσσαλονίκης- ακολουθούν, με κάποιες διαφοροποιήσεις, τα στερεότυπα των «αντιπάλων πόλεων» του ΄79, εμπνευσμένων από το γαλλικό πρότυπο των «metropoles d’ equilibres» της δεκαετίας του ΄60, όπως και τα δευτερεύοντα αστικά κέντρα, από τις αντίστοιχες «metropoles d’ appuie».

Ανακύπτουν εύλογα ερωτήματα: πως μεταφράζονται με συγκεκριμένους πολεοδομικούς όρους το δίπολο Λάρισα-Βόλος, Κομοτηνή-Αλεξανδρούπολη ή Ηράκλειο-Χανιά;
Οι επιλεγμένοι εθνικοί πόλοι π.χ. Ιωάννινα ή δευτερεύοντες πόλοι όπως η Ρόδος, θα εντείνουν ή και θα προκαλέσουν νέες ενδοπεριφερειακές ανισορροπίες;

Η μη μετάσταση της παθογένειας του φαινομένου του υδροκεφαλισμού της πρωτεύουσας -έναντι των άλλων πολεοδομικών κέντρων- και στον περιφερειακό χώρο, απαιτεί τη δημιουργία νέων περιφερειακών δικτύων αστικών/ ημιαστικών κέντρων, ως αντιστήριξη στην επιρροή των προτεινόμενων πόλων και μέσο συναρμογής τους με τον ημιαγροτικό χώρο και την ύπαιθρο.

Όμως τα δίκτυα των περιφερειακών κέντρων, διαφοροποιημένου μεγέθους, αναδεικνύονται -δεν χρίζονται- στη βάση τοπικών και υπερτοπικών σχεδιαστικών εργαλείων και διαβουλεύσεων.

Ένα Χωροταξικό Σχέδιο σε επίπεδο επικράτειας ή στη γενικότερη του μορφή Πλαίσιο, θα πρέπει να δημιουργήσει τις σχεδιαστικές προϋποθέσεις και τα κριτήρια ανάδειξης χωρικών δικτύων και συνεργασιών. Η ενδεδειγμένη επιχειρησιακή κλίμακα είναι αυτή της Περιφέρειας.


Η περιαστικοποίηση αντιμετωπίζεται με σύγχρονες/ πραγματιστικές προσεγγίσεις

• Ο αστικός και ημιαστικός χώρος της χώρας, χαρακτηρίζεται από αυξανόμενη οικιστική δυναμική, που αναμένεται να ενταχθεί. Η διοχέτευση της (πρωτίστως) extra muros σε άλογες, χωρίς αστικότητα επεκτάσεις, βάσει παρεκκλίσεων/ εκτός σχεδίου, δημιουργούν «οικιστικές κηλίδες» και αστικά μορφώματα.

Ο χωρικός σχεδιασμός, καλείται κατά κανόνα να προσανατολίσει, μετριάσει ή και να ανακόψει σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις τις αναπτυξιακές πιέσεις, ορθολογικά και κατά τρόπο ισορροπημένο με όρους βιωσιμότητας, τόσο στους υπάρχοντες ιστούς, ενδεχομένως σε αστικά κενά ή (και) σε νέες επεκτάσεις, σε οργανική συνάρθρωση τόσο μεταξύ τους, όσο και με τον περιβάλλοντα χώρο και τις προστατευτέες περιοχές.

Όμως ο σχεδιασμός της ιστορικής εξέλιξης της ελληνικής πόλης –αντικείμενο της Πολεοδομίας- δεν μπορεί να περιοριστεί σε μία μόνον συγκεκριμένη αστική δομή. Η τυπολογική κατηγοριοποίηση των σύγχρονων αστικών κέντρων/ πολεοδομικών συγκροτημάτων/ αστικών συστημάτων, σχεδιασμένη ή αρχετυπική, είναι ευρύτατη, μετεξελισσόμενη και δεν μπορεί να συρρικνωθεί σε προβιομηχανικά πρότυπα της προτεινόμενης «συμπαγούς πόλης».

Η μελλοντική τυπολογική άρθρωση των ιστών προσεγγίζεται κατά περίπτωση, χωρίς την ακαμψία και τους αφοριστικούς περιορισμούς ενός ενιαίου και αδιάκριτα εφαρμοζόμενου σχεδιαστικού μοντέλου. Αναφύονται ερωτήματα: Το πρότυπο των Garden Cities του Eb. Howard, που σφράγισε τις πολεοδομικές εξελίξεις του 20ου αιώνα, το Five Finger Plan της Κοπεγχάγης, ή οι προτάσεις του προσχεδίου Χωροταξικού Πλαισίου για τον Τουρισμό και ειδικότερα τα μέτρα για την ανάπτυξη παραθεριστικής κατοικίας -που προϋποθέτουν 150στρ.- ή οι ΠΕΡΠΟ, εντάσσονται στη λογική της “συμπαγούς πόλης”;

¶λλωστε μία τέτοια σχεδιαστική αντιμετώπιση δεν είναι πάντα συμβατή με τους –ορθούς- στόχους του Πλαισίου για τη δημιουργία δικτύων πόλεων και την εγκαθίδρυση μιας νέας σχέσης, μεταξύ αστικών/ ημιαστικών κέντρων και υπαίθρου.

Ενώ αντιστρατεύεται σαφώς στην κρίσιμη προτεινόμενη αρχή της μέγιστης δυνατής ευελιξίας, που επιχειρεί να εισαγάγει το Πλαίσιο, στο σύστημα του Χωροταξικού και Πολεοδομικού Σχεδιασμού.

Η συνεκτικότητα -συστατικό στοιχείο της σύγχρονης αστικότητας με βιώσιμους όρους( ), με διαφοροποιημένες πλην συγκροτημένες μορφές διάχυσης- δεν είναι ταυτόσημη με τη λογική της «συμπαγούς πόλης». Ο τελευταίος όρος κρίνεται απαραίτητο να αντικατασταθεί με τη διατύπωση «συνεκτικότητα χωρικών παρεμβάσεων».

• Η διεθνής και εγχώρια θεωρία και πρακτική, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Bologna, κατέδειξαν επαρκώς ότι οι αστικές εξελίξεις δεν μπορούν να εγκλωβιστούν σε πλασματικά διλήμματα: νέες πολεοδομικές επεκτάσεις ή ανάκτηση υπάρχοντος ιστού/ οριακές οικιστικές διευρύνσεις. Οι παράλληλες παρεμβάσεις κατά περίπτωση οδηγούν σε βιώσιμες λύσεις.

• Το πάγιο αίτημα του περιορισμού/ δραστικής μείωσης ή και κατάργησης σε ορισμένες περιπτώσεις της εκτός σχεδίου δόμησης, προϋποθέτει την παραγωγή οργανωμένου χώρου σε εύλογο χρόνο. ώστε η εντεινόμενη ζήτηση να μην δημιουργήσει στρεβλώσεις: διόγκωση τιμής ακινήτων intra muros και προβλήματα ικανοποίησης στεγαστικών αναγκών, έξαρση αυθαίρετης δόμησης, εκτροπές επενδυτικού ενδιαφέροντος ή και αναπτυξιακό αντικίνητρο.


Ολοκλήρωση με άλλες πολιτικές

• Είναι πρόδηλη η ανάγκη ολοκλήρωσης του Πλαισίου με τους στόχους/ στρατηγική/ μέτρα/ έργα/ χρηματοοικονομικά εργαλεία και φορείς υλοποίησης των παρεμβάσεων της Τέταρτης Διαρθρωτικής Δέσμης 2007-2013, που αποτελεί το κύριο corpus των παρεμβάσεων οικονομικής και κοινωνικής συνοχής. Σημειώνεται ότι η νέα περιφερειακή πολιτική, αποδίδει κεντρική σημασία στην εδαφική συνοχή και στις αστικές καινοτομίες, οι οποίες απουσιάζουν από το Πλαίσιο.

Ο Χωροταξικός Σχεδιασμός θα πρέπει να αναλάβει κύριο ρόλο και μέσο ενθυλάκωσης/ ολιστικής προσέγγισης και συσχετισμού των επιπτώσεων των ευρωπαϊκών πολιτικών στο χώρο και όχι απλή αναφορά τομεακών δράσεων. Τα ανωτέρω δεν μπορεί παρά να μεταφραστούν σε συγκεκριμένα μέτρα χωρικού χαρακτήρα.

• Η προώθηση ενός συστήματος βιώσιμης κινητικότητας, σύμφωνα με τους προσανατολισμούς της Κοινής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στον τομέα των Μεταφορών. και η ολοκλήρωση του με το προτεινόμενο συγκοινωνιακό δίκτυο, με έμφαση στη χωρική διάσταση.

Η πρόταση εγκαθίδρυσης μέτρων τιμολόγησης (διόδια) σε βεβαρημένες αστικές περιοχές, μέτρο το οποίο δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στις δύο κορυφαίες μητροπόλεις, εντάσσεται σε μία τέτοια συνολική αντιμετώπιση.

• Είναι αναγκαία η σύνδεση με τις κοινοτικές/ εθνικές δράσεις στον τομέα Ε&Τ&Α και η διαμόρφωση κριτηρίων χωροθέτησης νέων Τεχνολογικών Δομών.

• Προβάλει επίσης απαραίτητη η προώθηση μέτρων προσαρμογής στα νέα δεδομένα της ΚΑΠ και ο άμεσος συσχετισμός τους με τις εδαφικές εξελίξεις και η διατύπωση συγκεκριμένων δράσεων, προς την κατεύθυνση συγκράτησης του πληθυσμού και την ανάπτυξη του αγροτικού χώρου.


Η νέα διοικητική διάρθρωση απαιτεί κριτήρια

• Η αναφορά στην αναμόρφωση των υφιστάμενων Περιφερειών και Δήμων, η πρώτη προς την κατεύθυνση «της αποκατάστασης της γεωγραφίας», η δεύτερη με το δραστικό περιορισμό των ΟΤΑ, σε πιο λειτουργική βάση, έχει νόημα και τότε αποκτά ουσία, όταν συνοδεύεται από κριτήρια χωρικού χαρακτήρα. αλλά και όταν εντάσσεται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης διοικητικής αναδιοργάνωσης της επικράτειας, συμπεριλαμβανομένων των Οργανισμών Ρυθμιστικού Σχεδίου ή άλλων υφιστάμενων/ υπό σύσταση/ νέων φορέων άσκησης πολεοδομικής πολιτικής.

Οι χωρικές εξελίξεις είναι ραγδαίες, διαφαίνονται εντονότερες, η δε αντιμετώπισή τους από πλευράς της Πολιτείας παραμένει σε σαφή υστέρηση, αφού τα προτεινόμενα μέτρα, στην παρούσα φάση, φαίνεται να διακηρύσσουν προθέσεις, χωρίς συνέχεια.

Και εδώ έγκειται η αναγκαιότητα προώθησης μιας χωροταξικής πολιτικής, η οποία -πέραν της ειδίκευσης των ανωτέρω κατευθύνσεων, με τις επισημάνσεις που διατυπώθηκαν- θα άρει τις αγκυλώσεις, διαφαινόμενα αδιέξοδα και στρεβλώσεις που ταλανίζουν τη ρύθμιση χώρου, με άξονα: τον εξορθολογισμό του όλου συστήματος, τον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου, ιδίως σε επίπεδο εφαρμογής και ελέγχου της δόμησης, σε όλες τις βαθμίδες, συμπεριλαμβανομένων και νέων ρυθμίσεων στο πλαίσιο του Συντάγματος, με σαφώς συντετμημένους χρόνους σχεδιασμού/ υιοθέτησης/ υλοποίησης χωρικών παρεμβάσεων, με διακριτές αρμοδιότητες ανά διοικητική βαθμίδα και ενδυνάμωση της αποτελεσματικότητας των επιφορτισμένων φορέων άσκησης πολεοδομικής στρατηγικής.

Πίσω στις "Απόψεις"